All copyrights: galera.gr
Allegro ma...με τρόπο!
Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012
Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2012
Ανάμεσα σε δύο καλοκαίρια
Ανάμεσα σε δύο καλοκαίρια, πάντα ένας δύσκολος χειμώνας. Ετούτη τη φορά ο πιο δύσκολος που θυμάμαι. Αλλά επιστρέφοντας σε ποιήματα γραμμένα 15 και 20 χρόνια πριν, δημοσιευμένα το 1999 με την προτροπή και τη φροντίδα του αξέχαστου Γιάννη Δουβίτσα, σ' ένα πολύ όμορφο βιβλίο που δυστυχώς δεν υπάρχει πια, συνειδητοποιώ ότι υπήρξαν και πιο οδυνηρά εσωτερικά τοπία. Κι αυτό, μέσα στη μαύρη εποχή της προσωπικής και συλλογικής κρίσης, μου δημιουργεί μια παράλογη αίσθηση αισιοδοξίας. Θέλω να μοιραστώ μαζί σας μερικά από τα ποιήματα αυτά, που πολλοί νέοι φίλοι ζητούν και δεν βρίσκουν. Η τεχνολογία, ενίοτε, μας φέρνει πιο κοντά.
********** ********** ***********
Δι' αυτών θα μιλήσω και θα διασχίσω το χρόνο
Με ψέμματα θα προσπεράσω
Θα σκίζω τη σιωπή κατακόρυφα
Και θα της ράβω αμέσως την πληγή
Θα κρατάω ψαλλίδι ν' αλλάζω το πλαίσιο
Χάρτινα πρόσωπα δεν κινδυνεύουν να ματώσουν
Στα ήσυχα σπιτάκια σας, το πριονάκι μου
Της ξυλοκοπτικής
*************
Πρώτα οι στίχοι τους
Και μετά οι άνθρωποι
Πρώτα η μουσική τους
Και μετά οι άνθρωποι
Ετσι βάζουν μια πλώρη στο φόβο τους
Ν' απομακρυνθεί στον ορίζοντα
Να τον αναγνωρίσουν.
**************
Εδώ, στη μέση ακριβώς της πλατείας
Θ' αφήσω το κόκκινο παλτό μου.
Μετά, θ' αποχωρήσω ευθυτενής
Αγνοώντας το χιόνι.
**************
Ναι, όλα όσα μπορείς να υποθέσεις
Αλλά κι όλα εκείνα, που δεν μπορείς καν να υποψιαστείς.
Το προφανές είναι που μας καταδιώκει
Και στο συμψηφισμό, σου περισσεύει μόνιμα ένα μέτρο σκοτάδι
Κοινός τάφος εκατομμυρίων άστρων.
***************
Η καταιγίδα πέρασε βιαστική
Να συναντήσει μάτια πιο επικίνδυνα
Τί κι αν φώναζα
Αλλού πήγε να μιλήσει ο κεραυνός
Τί κι αν άπλωνα τα χέρια στη ρωγμή του
Μ' ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο επιείκειας
Μου χάρισε έναν ήλιο ασθενικό
****************
MAD DOG- ANGEL HEART
Ο κόσμος μου είναι ένα θηριοτροφείο
Μια βιτρίνα φυλακισμένων βρυχηθμών
Ενας ζωολογικός κήπος
Ο κόσμος μου είναι ένα διπλό Chivas με γάλα
Και το βλέμμα του Ντε Νίρο
Κάτω απ' το μαύρο βέλο.
*****************
ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ
Εγώ μαζεύω τις οργισμένες χειρονομίες
Το αίμα του τραπεζιού
Το μελάνι του πατώματος
Κρύβω τα θρύψαλλα
Σφουγγίζω τα ίχνη
Να μην αναγνωρίζω, μετά, το τοπίο.
*****************
Ξυπνάω με τον Έρωτα στα δόντια
Και το βιβλίο των λέξεων κλειστό.
*****************
Γιόρταζαν την επέτειο
Γεγονότων που δεν συνέβησαν
Ημερών που δεν υπήρξαν.
Επέτειος επιθυμιών
Αναμνήσεις ονείρων.
Των μικρών θανάτων επέτειος
Πρωϊνών θραυσμάτων του επιούσιου τέλους.
Όταν ακόμη υποκρίνεσαι τον κοιμισμένο
Όταν κάνεις μια τελευταία προσπάθεια να μην ξυπνήσεις
Να μη σε ζωγραφίσουν μέσα στο πραγματικό.
Ετσι γιόρταζαν τήν επέτειο
Εκείνη την ανύπαρκτη μέρα
Κι αυτοί επιλήσμονες
Και πάνω τους αμνήμων
Ο ουρανός.
****************
Μετά φύγαμε
Και κρατήσαμε μόνο το νήμα
'Οποτ' 'εφτανε η Άνοιξη
Που δεν έφτανε πάντα
Μετά "η σύνδεση δεν ήταν εφικτή"
Οι φωνές ηχογραφήθηκαν
Τα κύματα έγιναν υψίσυχνα
Πληκτρολογώ έναν ψίθυρο·
Δεν απαντάει κανείς.
*********************
Τα σπίτια όταν μυρίζουν χιόνι
Και φεύγει ο Έρωτας
Όταν δεν αποφασίζω Άνοιξη
Όταν λυπούμαι για τα δεδομένα
Ζεστά σπίτια με τα πρόσκαιρα
Υπάρχοντα, ζωής σεσημασμένης
Πάντως μακρύτερα από μας
Και πιο καλά συντηρημένα
Αφαιρούμαι στο λευκό
Πρόσκαιρο λευκό
Των μελλοντικών αναμνήσεων
Τρία χρόνια είχε να χιονίσει στην Αθήνα.
*******************
Ξυπνάω στη φοβερή ανωνυμία του παρόντος
Η δύναμή σου με συνθλίβει, γλυκειά πλειοψηφία
Τυλίγεσαι σαν σπείρα και απωθείς τον ύποπτο
Αν βάψει τις κορνίζες κόκκινες
Θα ζωντανέψουν οι φωτογραφίες, θα μιλήσουν
Οι αποδείξεις που μαζεύεις, θα χαθούν
Η μπότα σου στην πλάτη μου, γλυκειά πλειοψηφία
Των φίλων που με νοιάζονται κι αυτών που μ' αγαπούν
Η μπότα σου στην πλάτη μου
Το πρόσωπό μου, χρόνια τώρα, στο νερό.
Υ.Γ. Τα χέρια μου κουράστηκαν να πληκτρολογούν. Ο αριθμός είναι καλός, 12. Κοντεύει και μεσάνυχτα. Θα επανέλθω. Ναι, τα περισσότερα είναι άτιτλα. Τέτοια μυαλά είχα τότε.
Υ.Γ. Η αγάπη μου για τον Γιάννη Δουβίτσα, θα διαρκέσει όσο ζω. Ελπίζω να το ξέρει εκεί ψηλά που βιάστηκε να πάει. Χωρίς την πιεστική ενθάρρυνσή του, δεν θα τολμούσα ποτέ να δημοσιοποιήσω ούτε έναν στίχο. Θα ευγνωμονώ επίσης δια βίου τον σπουδαίο Νίκο Χουλιαρά για όσα μου είπε όταν -πριν δημοσιευτούν και εν αγνοία μου- τα διάβασε.
Ευγενία Λουπάκη
Πέμπτη 5 Ιανουαρίου 2012
ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΨΥΧΑΡΗ
"Ο αγαπητός κύριος Ψυχάρης επαξίως ηγαπήθη τα μάλα υπό των Αθωνιτών μοναχών απ' άκρου εις άκρον της Αθωνικής χερσονήσου"- προσφώνηση του Πατριάρχη του Ιούνιο του 2010.
(Ιδιαίτερα στο Βατοπέδι, φαντάζομαι...)
Ποιός κυβερνά αυτό τον τόπο;;;;; Το ερώτημα επανέρχεται κάθε φορά που έρχεται στην επιφάνεια με βίαιο τρόπο ένα κοινό μυστικό: Μεγαλοεκδότες- μεγαλοεπιχειρηματίες διαπλεκόμενοι με την εκάστοτε εξουσία θησαυρίζουν, εκμεταλλευόμενοι το κράτος που θέλουν να καταργήσουν ως αναποτελεσματικό. Και μόλις χαλάσει κάποια “δουλειά” βγαίνουν τ’ άπλυτα στη φόρα, με όλη τη χυδαιότητα που έχει αυτή η συναλλαγή. Η περίπτωση του συγκροτήματος Λαμπράκη και προσωπικά του Στ. Ψυχάρη είναι κορυφαία του είδους.Με αφορμή την “πίσω πόρτα του Μαξίμου”,έψαξα και βρήκα ένα θέμα που είχα κάνει τον Νοέμβριο του 1996, για το περιοδικό ΜΕΤΡΟ. Τότε που ο εκσυγχρονιστής Σημίτης διόριζε διοικητή του Αγίου ¨Ορους τον Σταύρο Ψυχάρη!!Πρόκειται για ένα πορτραίτο του ανδρός, εξαιρετικά χρήσιμο αν μάλιστα προστεθούν σ’ αυτό και οι εξελίξεις από τότε . Τώρα ο κ. Ψυχάρης είναι απόλυτος άρχων του συγκροτήματος μετά τον θάνατο του Χρ. Λαμπράκη και είναι καλό να θυμόμαστε τον βίο και την πολιτεία αυτών που παριστάνουν τους θεματοφύλακες της Δημοκρατίας.
Σημειώνω ότι του είχα ζητήσει συνέντευξη εκ μέρους του περιοδικού και είχε αρνηθεί. Αργότερα όταν πληροφορήθηκε ότι το θέμα θα γίνει ούτως ή άλλως, με ενημέρωσε δια της γραμματέως του, ότι “ο κ. Ψυχάρης επιθυμεί τώρα να γίνει η συνέντευξη”. Δυστυχώς το περιοδικό ήδη τυπωνόταν. Σημειώνω επίσης, ότι δεν υπήρξε καμμία διάψευση οποιουδήποτε σημείου του κειμένου που δημοσιεύτηκε. Σας το παραδίδω ακέραιο και ευχαριστώ κάποιους χρήστες του Indymedia που το είχαν ανεβάσει, με αρκετές βέβαια παραλείψεις τις ποποίες συμπλήρωσα με τα χεράκια μου. Ηταν δυστυχώς μια εποχή που δεν “σώζαμε” μ’ ένα κλικ τα κείμενά μας στο σκληρό δίσκο...
ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΨΥΧΑΡΗ
Οι νόμοι είναι ψιλά γράμματα όταν χρειάζεται να επιβραβευθεί ο "κράτιστος". 'Ετσι, η κυβέρνηση της "νέας εποχής" αψηφώντας νόμους κι αντιδράσεις τοποθέτησε τον κατάλληλο άνθρωπο στην κορυφή του Αγίου 'Ορους. Τι κι αν δεν είναι πανεπιστημιακός; Τι κι αν δεν έχει εξομολογηθεί ποτέ στη ζωή του, όπως δηλώνει ο ίδιος. Είναι ο ισχυρός ανήρ του Συγκροτήματος Λαμπράκη...
------------------------------------------------------------------
ΘΕΟΣ ΦΥΛΑΞΟΙ!!!
Της Ευγενίας Λουπάκη
--------------------------------------------------------------------------------
Ιστορίες σαν του Σταύρου Ψυχάρη είχε μπόλικες το ελληνικό σινεμά της δεκαετίας του ,60. Το παιδί του λαού, που ανεβαίνει πολύ ψηλά στης κοινωνίας τα σκαλιά, γίνεται πάμπλουτο και πανίσχυρο και ποιος ξέρει τι άλλο... Οι ήρωες των ταινιών εκείνων, βέβαια, δεν έπαιζαν γκολφ, ούτε το αγαπημένο τους φαγητό ήταν μακαρόνια με χαβιάρι, ούτε έχριζαν σήμερα μελλοντικό πρωθυπουργό τον ένα και μεθαύριο τον αντίπαλό του. αλλά πάντα η ζωή δεν ξεπερνάει τον κινηματογράφο; Στις ταινίες, το φτωχόπαιδο έμενε κατά βάθος "ψυχούλα" για τον Στ. Ψυχάρη όμως το σενάριο λέει άλλα και, κυρίως, το τέλος δεν γράφτηκε ακόμα...
"Εφτασα εδώ που έφτασα κι όπου θα φτάσω μόνο με τη σκληρή δουλειά" υποστηρίζει ο ίδιος (περιοδικό FLASH, Ιούλιος 1993). Θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μας εξηγούσε με τι είδους "σκληρή δουλειά" έφτασε στο Αγιο Ορος, ωστόσο παρά τον ορυμαγδό των αντιδράσεων, ο κ. Ψυχάρης και το ΒΗΜΑ σιωπούν. Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας, λοιπόν, χρησιμοποιώντας ψηφίδες πληροφοριών που συλλέξαμε, δημοσιεύματα που τον αφορούν και παλιότερες συνεντεύξεις του.
Αν ο άνθρωπος είναι το σύνολο απ' τις εμπειρίες του, είναι αναμφίβολα και το σύνολο των επιλογών του. 0 κ. Σταύρος Ψυχάρης είναι ένα πολυσυζητημένο, πλην όμως άγνωστο στο ευρύ κοινό, πρόσωπο.
Είναι ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, "επιχειρηματίας περισσότερο παρά δημοσιογράφος", σύμφωνα με τον Γ. Βότση, και κατοικεί σ' ένα πολυτελές διαμέρισμα της οδού Αναγνωστοπούλου, όπου παλιά έμενε η Μελίνα Μερκούρη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Πατέρας κομμουνιστής με αγώνες, φυλακές κι εξο ρίες, πρώτος ξάδελφος του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Κώστα Λουλέ. 0 ίδιος ο Στ. Ψυχάρης προδικτατορικά ήταν γραμμένος στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο και τη δημοσιογραφική του καρριέρα την άρχισε το 1965 στην αριστερή εφημερίδα "Δημοκρατική Αλλαγή". Πολύ σύντομα ανέκρουσε πρύμνα, πράγμα που ποτέ δεν του συγχώ ρησε, όπως λέγεται, ο πατέρας του. Τώρα, έχει πλέον και φιλοσοφική άποιμη για το σοσιαλιστικό πείραμα και την άδοξη κατάληξή του: "Σίγουρα δεν ήμουν κομμουνιστής, ήμουν πρόθυμος να δίνω μάχες υπέρ των ιδεών μου, οι οποίες ήταν αντίθετες μ' αυτές των κομμουνιστών(….)70 χρόνια στο ιστορικό γίγνεσθαι είναι ελάχιστος χρόνος. Αυτή η παρένθεση στην ιστορία των ανθρώπων αργότερα θα περιγράφεται σε υποσημειώσεις της Ιστορίας", δηλώνει στο περιοδικό Flash, τον Ιούλιο του 1993. Ενα χρόνο μετά, δηλώνει "πράσινος" όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά και στην πολιτική και τονίζει: "Θα μπορούσα να διευθύνω μια εφημερίδα, όπως αυτή στην οποία ανήκω και να είμαι κάτι άλλο πολιτικά;" ("Τύπος της Κυριακής", Νοέμβριος 1994).
Η δικτατορία βρίσκει τον κ. Ψυχάρη κοινοβουλευτικό συντάκτη στο "ΕΘΝΟΣ" και το 1968 μετακομίζει στο "ΒΗΜΑ". Είναι βέβαια απορίας άξιον τί είδους κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ υπήρχε την περίοδο της Χούντας, με το κοινοβούλιο στο γύψο, αλλά ας το προσπεράσουμε. Ο κ. Ψυχάρης έχει κατηγορηθεί για στενές σχέσεις με το καθεστώς των συνταγματαρχών (περιοδικό ΑΝΤΙ, Νοέμβριος 1995). Το σίγουρο είναι ότι είναι κουμπάρος του χουντικού υπουργού Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλου, ο οποίος βάφτισε τον μεγαλύτερο από τους δύο γιούς που ο κ. Ψυχάρης απέκτησε από τον πρώτο του γάμο, τον Παναγιώτη. Το δεύτερο γιο του, τον βάφτισε ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλες εποχές, άλλοι κουμπάροι- και τον ονόμασε Ανδρέα. Το τρίτο παιδί του κ. Ψυχάρη -από το δεύτερο γάμο του, με τη δημοσιογράφο Χριστίνα Τσούτσουρα- είναι κοριτσάκι κι έχει κι αυτό "διάσημους" νονούς: τον κ. Χρήστο Λαμπράκη και τον κ. Σωκράτη Κόκκαλη.Είναι γνωστή εξάλλου η επιχειρηματική σχέση του συγκροτήματος Λαμπράκη με τον κ. Κόκκαλη, σχέση για την οποία πολλά λέγονται αλλά δεν γράφονται, προφανώς επειδή στοιχεία είναι αδύνατον να βρεθούν. Ο κ. Ψυχάρης πάντως, υποβαθμίζει το θέμα υποστηρίζοντας (περιοδικό MEDIA VIEW, Σεπτέμβριος 1993): "Οι ίδιοι ανόητοι που λένε τις βαρύγδουπες ανοησίες περί συμφερόντων κλπ, ενδεχομένως εννοούν την εντελώς ασήμαντη συμμετοχή τουΔ.Ο.Λ. στην εταιρεία ΠΑΝΑΦΟΝ".
Από αριστερά: Απ. Βογιατζής (υπ. Εργασίας της Χούντας), Στ. Ψυχάρης, θεοφ. Παπακωνσταντίνου (υπ. Προεδρίας και Παιδείας της Χούντας), Β. Σταματόπουλος (υπ. Τύπου) και άλλοι κοσμικοί της εποχής.
(Ιδιαίτερα στο Βατοπέδι, φαντάζομαι...)
Ποιός κυβερνά αυτό τον τόπο;;;;; Το ερώτημα επανέρχεται κάθε φορά που έρχεται στην επιφάνεια με βίαιο τρόπο ένα κοινό μυστικό: Μεγαλοεκδότες- μεγαλοεπιχειρηματίες διαπλεκόμενοι με την εκάστοτε εξουσία θησαυρίζουν, εκμεταλλευόμενοι το κράτος που θέλουν να καταργήσουν ως αναποτελεσματικό. Και μόλις χαλάσει κάποια “δουλειά” βγαίνουν τ’ άπλυτα στη φόρα, με όλη τη χυδαιότητα που έχει αυτή η συναλλαγή. Η περίπτωση του συγκροτήματος Λαμπράκη και προσωπικά του Στ. Ψυχάρη είναι κορυφαία του είδους.Με αφορμή την “πίσω πόρτα του Μαξίμου”,έψαξα και βρήκα ένα θέμα που είχα κάνει τον Νοέμβριο του 1996, για το περιοδικό ΜΕΤΡΟ. Τότε που ο εκσυγχρονιστής Σημίτης διόριζε διοικητή του Αγίου ¨Ορους τον Σταύρο Ψυχάρη!!Πρόκειται για ένα πορτραίτο του ανδρός, εξαιρετικά χρήσιμο αν μάλιστα προστεθούν σ’ αυτό και οι εξελίξεις από τότε . Τώρα ο κ. Ψυχάρης είναι απόλυτος άρχων του συγκροτήματος μετά τον θάνατο του Χρ. Λαμπράκη και είναι καλό να θυμόμαστε τον βίο και την πολιτεία αυτών που παριστάνουν τους θεματοφύλακες της Δημοκρατίας.
Σημειώνω ότι του είχα ζητήσει συνέντευξη εκ μέρους του περιοδικού και είχε αρνηθεί. Αργότερα όταν πληροφορήθηκε ότι το θέμα θα γίνει ούτως ή άλλως, με ενημέρωσε δια της γραμματέως του, ότι “ο κ. Ψυχάρης επιθυμεί τώρα να γίνει η συνέντευξη”. Δυστυχώς το περιοδικό ήδη τυπωνόταν. Σημειώνω επίσης, ότι δεν υπήρξε καμμία διάψευση οποιουδήποτε σημείου του κειμένου που δημοσιεύτηκε. Σας το παραδίδω ακέραιο και ευχαριστώ κάποιους χρήστες του Indymedia που το είχαν ανεβάσει, με αρκετές βέβαια παραλείψεις τις ποποίες συμπλήρωσα με τα χεράκια μου. Ηταν δυστυχώς μια εποχή που δεν “σώζαμε” μ’ ένα κλικ τα κείμενά μας στο σκληρό δίσκο...
ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ ΨΥΧΑΡΗ
Οι νόμοι είναι ψιλά γράμματα όταν χρειάζεται να επιβραβευθεί ο "κράτιστος". 'Ετσι, η κυβέρνηση της "νέας εποχής" αψηφώντας νόμους κι αντιδράσεις τοποθέτησε τον κατάλληλο άνθρωπο στην κορυφή του Αγίου 'Ορους. Τι κι αν δεν είναι πανεπιστημιακός; Τι κι αν δεν έχει εξομολογηθεί ποτέ στη ζωή του, όπως δηλώνει ο ίδιος. Είναι ο ισχυρός ανήρ του Συγκροτήματος Λαμπράκη...
------------------------------------------------------------------
ΘΕΟΣ ΦΥΛΑΞΟΙ!!!
Της Ευγενίας Λουπάκη
--------------------------------------------------------------------------------
Ιστορίες σαν του Σταύρου Ψυχάρη είχε μπόλικες το ελληνικό σινεμά της δεκαετίας του ,60. Το παιδί του λαού, που ανεβαίνει πολύ ψηλά στης κοινωνίας τα σκαλιά, γίνεται πάμπλουτο και πανίσχυρο και ποιος ξέρει τι άλλο... Οι ήρωες των ταινιών εκείνων, βέβαια, δεν έπαιζαν γκολφ, ούτε το αγαπημένο τους φαγητό ήταν μακαρόνια με χαβιάρι, ούτε έχριζαν σήμερα μελλοντικό πρωθυπουργό τον ένα και μεθαύριο τον αντίπαλό του. αλλά πάντα η ζωή δεν ξεπερνάει τον κινηματογράφο; Στις ταινίες, το φτωχόπαιδο έμενε κατά βάθος "ψυχούλα" για τον Στ. Ψυχάρη όμως το σενάριο λέει άλλα και, κυρίως, το τέλος δεν γράφτηκε ακόμα...
"Εφτασα εδώ που έφτασα κι όπου θα φτάσω μόνο με τη σκληρή δουλειά" υποστηρίζει ο ίδιος (περιοδικό FLASH, Ιούλιος 1993). Θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να μας εξηγούσε με τι είδους "σκληρή δουλειά" έφτασε στο Αγιο Ορος, ωστόσο παρά τον ορυμαγδό των αντιδράσεων, ο κ. Ψυχάρης και το ΒΗΜΑ σιωπούν. Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας, λοιπόν, χρησιμοποιώντας ψηφίδες πληροφοριών που συλλέξαμε, δημοσιεύματα που τον αφορούν και παλιότερες συνεντεύξεις του.
Αν ο άνθρωπος είναι το σύνολο απ' τις εμπειρίες του, είναι αναμφίβολα και το σύνολο των επιλογών του. 0 κ. Σταύρος Ψυχάρης είναι ένα πολυσυζητημένο, πλην όμως άγνωστο στο ευρύ κοινό, πρόσωπο.
Είναι ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος, "επιχειρηματίας περισσότερο παρά δημοσιογράφος", σύμφωνα με τον Γ. Βότση, και κατοικεί σ' ένα πολυτελές διαμέρισμα της οδού Αναγνωστοπούλου, όπου παλιά έμενε η Μελίνα Μερκούρη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945. Πατέρας κομμουνιστής με αγώνες, φυλακές κι εξο ρίες, πρώτος ξάδελφος του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Κώστα Λουλέ. 0 ίδιος ο Στ. Ψυχάρης προδικτατορικά ήταν γραμμένος στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο και τη δημοσιογραφική του καρριέρα την άρχισε το 1965 στην αριστερή εφημερίδα "Δημοκρατική Αλλαγή". Πολύ σύντομα ανέκρουσε πρύμνα, πράγμα που ποτέ δεν του συγχώ ρησε, όπως λέγεται, ο πατέρας του. Τώρα, έχει πλέον και φιλοσοφική άποιμη για το σοσιαλιστικό πείραμα και την άδοξη κατάληξή του: "Σίγουρα δεν ήμουν κομμουνιστής, ήμουν πρόθυμος να δίνω μάχες υπέρ των ιδεών μου, οι οποίες ήταν αντίθετες μ' αυτές των κομμουνιστών(….)70 χρόνια στο ιστορικό γίγνεσθαι είναι ελάχιστος χρόνος. Αυτή η παρένθεση στην ιστορία των ανθρώπων αργότερα θα περιγράφεται σε υποσημειώσεις της Ιστορίας", δηλώνει στο περιοδικό Flash, τον Ιούλιο του 1993. Ενα χρόνο μετά, δηλώνει "πράσινος" όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά και στην πολιτική και τονίζει: "Θα μπορούσα να διευθύνω μια εφημερίδα, όπως αυτή στην οποία ανήκω και να είμαι κάτι άλλο πολιτικά;" ("Τύπος της Κυριακής", Νοέμβριος 1994).
Η δικτατορία βρίσκει τον κ. Ψυχάρη κοινοβουλευτικό συντάκτη στο "ΕΘΝΟΣ" και το 1968 μετακομίζει στο "ΒΗΜΑ". Είναι βέβαια απορίας άξιον τί είδους κοινοβουλευτικό ρεπορτάζ υπήρχε την περίοδο της Χούντας, με το κοινοβούλιο στο γύψο, αλλά ας το προσπεράσουμε. Ο κ. Ψυχάρης έχει κατηγορηθεί για στενές σχέσεις με το καθεστώς των συνταγματαρχών (περιοδικό ΑΝΤΙ, Νοέμβριος 1995). Το σίγουρο είναι ότι είναι κουμπάρος του χουντικού υπουργού Τύπου, Βύρωνα Σταματόπουλου, ο οποίος βάφτισε τον μεγαλύτερο από τους δύο γιούς που ο κ. Ψυχάρης απέκτησε από τον πρώτο του γάμο, τον Παναγιώτη. Το δεύτερο γιο του, τον βάφτισε ο Ανδρέας Παπανδρέου άλλες εποχές, άλλοι κουμπάροι- και τον ονόμασε Ανδρέα. Το τρίτο παιδί του κ. Ψυχάρη -από το δεύτερο γάμο του, με τη δημοσιογράφο Χριστίνα Τσούτσουρα- είναι κοριτσάκι κι έχει κι αυτό "διάσημους" νονούς: τον κ. Χρήστο Λαμπράκη και τον κ. Σωκράτη Κόκκαλη.Είναι γνωστή εξάλλου η επιχειρηματική σχέση του συγκροτήματος Λαμπράκη με τον κ. Κόκκαλη, σχέση για την οποία πολλά λέγονται αλλά δεν γράφονται, προφανώς επειδή στοιχεία είναι αδύνατον να βρεθούν. Ο κ. Ψυχάρης πάντως, υποβαθμίζει το θέμα υποστηρίζοντας (περιοδικό MEDIA VIEW, Σεπτέμβριος 1993): "Οι ίδιοι ανόητοι που λένε τις βαρύγδουπες ανοησίες περί συμφερόντων κλπ, ενδεχομένως εννοούν την εντελώς ασήμαντη συμμετοχή τουΔ.Ο.Λ. στην εταιρεία ΠΑΝΑΦΟΝ".
Από αριστερά: Απ. Βογιατζής (υπ. Εργασίας της Χούντας), Στ. Ψυχάρης, θεοφ. Παπακωνσταντίνου (υπ. Προεδρίας και Παιδείας της Χούντας), Β. Σταματόπουλος (υπ. Τύπου) και άλλοι κοσμικοί της εποχής.
Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012
Ο χρόνος που απομένει
"Ο τωρινός χρόνος κι ο περασμένος χρόνος
Είναι ίσως κι οι δυό παρόντες στον μελλούμενο χρόνο
Κι ο μελλούμενος χρόνος περιέχεται στον περασμένο χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιώνια παρών
Ολος ο χρόνος δεν μπορεί να εξαγοραστεί."
(Τ.Σ. Ελλιοτ, Τέσσερα Κουαρτέτα, Burnt Norton. Μετ. Κλείτος Κύρου)
Το παιδικό -άρα ποιητικό - ερώτημα "πού πάει ο χρόνος που φεύγει;" το διατυπώνω σε διάφορες προσωπικές στιγμές, με την φαινομενική αφέλεια του τραγουδιού της Λιλιπούπολης. Το διατύπωσα και πέρσι στο νέο φόρουμ που λέγεται facebook και γι' αρκετούς από μας αποτελεί όντως, σημείο συνάντησης και επικοινωνίας- της μοναξιάς μας έστω. Προφανώς η αγωνία δεν καλύπτεται από την ψυχρότητα των ηλεκτρονικών χαρακτήρων και την ανεμελιά των διατυπώσεων- δόξα τω θεώ! Κι εκεί που δεν το περιμένεις αρχίζει μια συζήτηση ουσίας για το μέγα ανθρώπινο μυστήριο: Εμείς κι ο χρόνος, εμείς κι ο θάνατος δηλαδή.
Ο "φεϊσμπουκικός" μου φίλος και γνωστός πανεπιστημιακός Απόστολος Δεδουσσόπουλος, έγραψε στην πρωτοχρονιάτικη Αυγή και στο μπλόγκ του, τις σκέψεις του για τον αναστοχασμό που κάνουμε ή που πρέπει να κάνουμε ανοίγοντας το σεντούκι με τα κλειδωμένα περασμένα χρόνια, συνδέοντας θαυμαστά το ερώτημα "πού πάει ο χρόνος που φεύγει" με την "Χριστουγεννιάτικη Ιστορία" του Ντίκενς. Και μας "κλείνει το μάτι" για μια ανάγνωση της κλασσικής ιστορίας του Σκρούτζ απ' την πλευρά της πολιτικής οικονομίας: Η λατρεία του χρήματος για το χρήμα απέτυχε, έκανε τον κόσμο δυστυχισμένο και πιο επισφαλή παρά ποτέ, μήπως ήρθε η ώρα ν' αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητές μας;;;
Ποιός μπορεί να έχει αντίρρηση, την εποχή μάλιστα που το σκληρό εκείνο "γέρο χρόνε φύγε τώρα- πάει η δική σου η σειρά" γίνεται ιδεολόγημα και καταναγκασμός για εκατομμύρια συνταξιούχων, που θεωρούνται περιττό βάρος, σαβούρα, που πρέπει να πεταχτεί για να σωθεί το σαπιοκάραβο. Κι όταν επίσης δεκάδες χιλιάδες άλλοι χρίζονται "γέροι"με το ζόρι στους καιάδες της εφεδρείας και των άλλων ανάλογων εφευρημάτων.
Αλλά πολύ φοβάμαι, ότι αυτά ίσχυαν και την εποχή που γράφτηκε η "Χριστουγεννιάτικη Ιστορία" και πολύ αργότερα, όταν ο Σκρούτζ συνέχιζε την "καρριέρα" του, αμετανόητος και ωστόσο συμπαθής, μέσα στις ιστορίες του Ντίσνεϋ. Και φυσικά σήμερα, που επιστρέφουμε στα όρια του "liberté, egalité, fraternité".
Επιστρατεύω πάλι τον Ελλιοτ:
"Γιατί τα λόγια της περσινής χρονιάς ανήκουνε στη γλώσσα της περσινής χρονιάς
Και τα λόγια της επόμενης χρονιάς προσμένουνε μια άλλη φωνή"
"Ολόϊδιος ο παλιός καλός καιρός"
Ενα χρόνο μετά τη "δημόσια" διατύπωση του ερωτήματος "που πάει ο χρόνος που φεύγει", ξαναδιάβασα τα Τέσσερα Κουαρτέτα του Ελλιοτ, στα οποία επιστρέφω συχνά, ξαναζώντας όλη την ενόραση της πρώτης φοράς: Ο χρόνος είναι ακίνητος, αιώνιος, δεν φεύγει, δεν πάει πουθενά. Εμείς είμαστε ταξιδιώτες, εμείς φεύγουμε, εμείς αλλάζουμε από στιγμή σε στιγμή, πλησιάζοντας το τέρμα κι "ο χρόνος δεν είναι θεραπευτής" γιατί "ο ασθενής δεν βρίσκεται πια εδώ". Ο χρόνος ωστόσο "ο εξολοθρευτής είναι και ο χρόνος ο συντηρητής" Διότι "οι άνθρωποι αλλάζουν και χαμογελούν αλλά η αγωνία παραμένει".
Και ποιά είναι αυτή η αγωνία είναι γνωστό σε όλους μας: είναι η κοινή αγωνία που κουβαλάμε με τη γέννησή μας, άλλοι αποκτώντας συνείδηση της θνητότητάς μας με την ηλικία, άλλοι περιφερόμενοι ως υπνοβάτες μ' ένα συλλογικό φορτίο που είμαστε ανίκανοι ν' αναγνωρίσουμε. Κι αν κοιτάζουμε με αγωνία το χρόνο που φεύγει είναι γιατί φεύγουμε εμείς και δεν ξέρουμε πόσος είναι ο χρόνος που απομένει. Ο χρόνος που απομένει είναι το ζητούμενο, κατά τη γνώμη μου. Αλλά επειδή είναι αδύνατον να μάθουμε το "πόσος", ας πάμε σ' εκείνο το απλό σεντούκι του Απόστολου, να ξαναδούμε τα κλειδωμένα χρόνια, μήπως και καταφέρουμε το "ποιός". Ποιός θάναι για μας ο χρόνος που απομένει, τί θα το κάνουμε το δώρο μαζί με τις κατάρες του. Με τρυφερότητα για τις πληγές, με επιείκεια για τα λάθη- τα δικά μας και των άλλων. Εδώ, όμως, πρέπει νάρθεις "σαν ένας τσακισμένος βασιλιάς"- "εδώ βρίσκεσαι για να γονατίσεις" και ίσως έτσι φτάσεις να νοιώσεις ότι "στο τέλος μου είναι η αρχή μου". Ισως φτάσεις ν' αξιωθείς το θαύμα.
Ελπίζω να μη βάρυνα πολύ αυτό το πρώτο "ποστ" σ'αυτό το μπλογκ που είχα φτιάξει για πλάκα πριν καιρό, για να δω απλώς αν μπορώ να φτιάξω μπλογκ και το είχα αφήσει κενό, διότι είμαι μια κλασσική τεμπέλα που γράφει ποιήματα. Ο τίτλος του είναι ο τίτλος της εκπομπής που αγαπώ και είναι για μένα η καθημερινή μου ψυχοθεραπεία. Ευχαριστώ τον Απόστολο για το εναρκτήριο λάκτισμα και ως επίλογο παραθέτω μια ιστοριούλα του θαυμάσιου Μίχαελ Άουγκουστιν, για να κλείσουμε μ' ένα χαμόγελο:
Το παρελθόν
Στη διάρκεια ενός περιπάτου ο ποιητής παρατήρησε, πως αργά αλλά σταθερά τον ακολουθούσε το παρελθόν και πήγαινε να τον προλάβει. Σταμάτησε επιτόπου και μ' ένα βήμα στο πλάϊ, κρύφτηκε στην εσοχή μιας εισόδου. Τότε εκείνο, εκπληκτικά φρέσκο και ακμαίο, τον προσπέρασε. "Εντέλει, ολόιδιος ο παλιός καλός καιρός", λέει ο ποιητής.
(Η φωτογραφία είναι από το ερημωμένο και ερειπωμένο από τον εμφύλιο χωριό Κρανιώνας, στα σύνορα Φλώρινας-Καστοριάς. Το παρελθόν που μας στοιχειώνει ακόμα...)
"Ο τωρινός χρόνος κι ο περασμένος χρόνος
Είναι ίσως κι οι δυό παρόντες στον μελλούμενο χρόνο
Κι ο μελλούμενος χρόνος περιέχεται στον περασμένο χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιώνια παρών
Ολος ο χρόνος δεν μπορεί να εξαγοραστεί."
(Τ.Σ. Ελλιοτ, Τέσσερα Κουαρτέτα, Burnt Norton. Μετ. Κλείτος Κύρου)
Το παιδικό -άρα ποιητικό - ερώτημα "πού πάει ο χρόνος που φεύγει;" το διατυπώνω σε διάφορες προσωπικές στιγμές, με την φαινομενική αφέλεια του τραγουδιού της Λιλιπούπολης. Το διατύπωσα και πέρσι στο νέο φόρουμ που λέγεται facebook και γι' αρκετούς από μας αποτελεί όντως, σημείο συνάντησης και επικοινωνίας- της μοναξιάς μας έστω. Προφανώς η αγωνία δεν καλύπτεται από την ψυχρότητα των ηλεκτρονικών χαρακτήρων και την ανεμελιά των διατυπώσεων- δόξα τω θεώ! Κι εκεί που δεν το περιμένεις αρχίζει μια συζήτηση ουσίας για το μέγα ανθρώπινο μυστήριο: Εμείς κι ο χρόνος, εμείς κι ο θάνατος δηλαδή.
Ο "φεϊσμπουκικός" μου φίλος και γνωστός πανεπιστημιακός Απόστολος Δεδουσσόπουλος, έγραψε στην πρωτοχρονιάτικη Αυγή και στο μπλόγκ του, τις σκέψεις του για τον αναστοχασμό που κάνουμε ή που πρέπει να κάνουμε ανοίγοντας το σεντούκι με τα κλειδωμένα περασμένα χρόνια, συνδέοντας θαυμαστά το ερώτημα "πού πάει ο χρόνος που φεύγει" με την "Χριστουγεννιάτικη Ιστορία" του Ντίκενς. Και μας "κλείνει το μάτι" για μια ανάγνωση της κλασσικής ιστορίας του Σκρούτζ απ' την πλευρά της πολιτικής οικονομίας: Η λατρεία του χρήματος για το χρήμα απέτυχε, έκανε τον κόσμο δυστυχισμένο και πιο επισφαλή παρά ποτέ, μήπως ήρθε η ώρα ν' αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητές μας;;;
Ποιός μπορεί να έχει αντίρρηση, την εποχή μάλιστα που το σκληρό εκείνο "γέρο χρόνε φύγε τώρα- πάει η δική σου η σειρά" γίνεται ιδεολόγημα και καταναγκασμός για εκατομμύρια συνταξιούχων, που θεωρούνται περιττό βάρος, σαβούρα, που πρέπει να πεταχτεί για να σωθεί το σαπιοκάραβο. Κι όταν επίσης δεκάδες χιλιάδες άλλοι χρίζονται "γέροι"με το ζόρι στους καιάδες της εφεδρείας και των άλλων ανάλογων εφευρημάτων.
Αλλά πολύ φοβάμαι, ότι αυτά ίσχυαν και την εποχή που γράφτηκε η "Χριστουγεννιάτικη Ιστορία" και πολύ αργότερα, όταν ο Σκρούτζ συνέχιζε την "καρριέρα" του, αμετανόητος και ωστόσο συμπαθής, μέσα στις ιστορίες του Ντίσνεϋ. Και φυσικά σήμερα, που επιστρέφουμε στα όρια του "liberté, egalité, fraternité".
Επιστρατεύω πάλι τον Ελλιοτ:
"Γιατί τα λόγια της περσινής χρονιάς ανήκουνε στη γλώσσα της περσινής χρονιάς
Και τα λόγια της επόμενης χρονιάς προσμένουνε μια άλλη φωνή"
"Ολόϊδιος ο παλιός καλός καιρός"
Ενα χρόνο μετά τη "δημόσια" διατύπωση του ερωτήματος "που πάει ο χρόνος που φεύγει", ξαναδιάβασα τα Τέσσερα Κουαρτέτα του Ελλιοτ, στα οποία επιστρέφω συχνά, ξαναζώντας όλη την ενόραση της πρώτης φοράς: Ο χρόνος είναι ακίνητος, αιώνιος, δεν φεύγει, δεν πάει πουθενά. Εμείς είμαστε ταξιδιώτες, εμείς φεύγουμε, εμείς αλλάζουμε από στιγμή σε στιγμή, πλησιάζοντας το τέρμα κι "ο χρόνος δεν είναι θεραπευτής" γιατί "ο ασθενής δεν βρίσκεται πια εδώ". Ο χρόνος ωστόσο "ο εξολοθρευτής είναι και ο χρόνος ο συντηρητής" Διότι "οι άνθρωποι αλλάζουν και χαμογελούν αλλά η αγωνία παραμένει".
Και ποιά είναι αυτή η αγωνία είναι γνωστό σε όλους μας: είναι η κοινή αγωνία που κουβαλάμε με τη γέννησή μας, άλλοι αποκτώντας συνείδηση της θνητότητάς μας με την ηλικία, άλλοι περιφερόμενοι ως υπνοβάτες μ' ένα συλλογικό φορτίο που είμαστε ανίκανοι ν' αναγνωρίσουμε. Κι αν κοιτάζουμε με αγωνία το χρόνο που φεύγει είναι γιατί φεύγουμε εμείς και δεν ξέρουμε πόσος είναι ο χρόνος που απομένει. Ο χρόνος που απομένει είναι το ζητούμενο, κατά τη γνώμη μου. Αλλά επειδή είναι αδύνατον να μάθουμε το "πόσος", ας πάμε σ' εκείνο το απλό σεντούκι του Απόστολου, να ξαναδούμε τα κλειδωμένα χρόνια, μήπως και καταφέρουμε το "ποιός". Ποιός θάναι για μας ο χρόνος που απομένει, τί θα το κάνουμε το δώρο μαζί με τις κατάρες του. Με τρυφερότητα για τις πληγές, με επιείκεια για τα λάθη- τα δικά μας και των άλλων. Εδώ, όμως, πρέπει νάρθεις "σαν ένας τσακισμένος βασιλιάς"- "εδώ βρίσκεσαι για να γονατίσεις" και ίσως έτσι φτάσεις να νοιώσεις ότι "στο τέλος μου είναι η αρχή μου". Ισως φτάσεις ν' αξιωθείς το θαύμα.
Ελπίζω να μη βάρυνα πολύ αυτό το πρώτο "ποστ" σ'αυτό το μπλογκ που είχα φτιάξει για πλάκα πριν καιρό, για να δω απλώς αν μπορώ να φτιάξω μπλογκ και το είχα αφήσει κενό, διότι είμαι μια κλασσική τεμπέλα που γράφει ποιήματα. Ο τίτλος του είναι ο τίτλος της εκπομπής που αγαπώ και είναι για μένα η καθημερινή μου ψυχοθεραπεία. Ευχαριστώ τον Απόστολο για το εναρκτήριο λάκτισμα και ως επίλογο παραθέτω μια ιστοριούλα του θαυμάσιου Μίχαελ Άουγκουστιν, για να κλείσουμε μ' ένα χαμόγελο:
Το παρελθόν
Στη διάρκεια ενός περιπάτου ο ποιητής παρατήρησε, πως αργά αλλά σταθερά τον ακολουθούσε το παρελθόν και πήγαινε να τον προλάβει. Σταμάτησε επιτόπου και μ' ένα βήμα στο πλάϊ, κρύφτηκε στην εσοχή μιας εισόδου. Τότε εκείνο, εκπληκτικά φρέσκο και ακμαίο, τον προσπέρασε. "Εντέλει, ολόιδιος ο παλιός καλός καιρός", λέει ο ποιητής.
(Η φωτογραφία είναι από το ερημωμένο και ερειπωμένο από τον εμφύλιο χωριό Κρανιώνας, στα σύνορα Φλώρινας-Καστοριάς. Το παρελθόν που μας στοιχειώνει ακόμα...)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)